“Το ανάλογο αξίωμα της κοινωνικής μηχανικής είναι: Αν κάτι δεν έχει αναφερθεί, δεν συνέβη ποτέ”
"Σε Έναν Κόσμο Προπαγάνδας, Η Αλήθεια Είναι Πάντα Μια Συνωμοσία"
"Το Ποιο Επικίνδυνο Από Όλα Τα Ηθικά Διλήμματα Είναι Όταν, Είμαστε Υποχρεωμένοι Να Κρύβουμε Την Αλήθεια Για Να Βοηθήσουμε Την Αλήθεια Να Νικήσει"

Τόποι-Το τέλος ήταν πάντα το ίδιο: ατιμωτική κατάρρευση.

Του Martin van Creveld

Πριν από λίγο καιρό κάποιος με αποκάλεσε «γερο-γκρινιάρη». Τυγχάνει να είμαι ακριβώς στην ηλικία του Ντόναλτ Τράμπ (και του Ρόναλντ Ρέιγκαν όταν αυτός έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ). Έτσι, αποφάσισα να το εκλάβω ως φιλοφρόνηση.

Ο λόγος που ο κ. Χ μου έκανε αυτήν τη φιλοφρόνηση ήταν επειδή έχω γράψει, σε ένα βιβλίο που πρόκειται να εκδοθεί προσεχώς, ότι οι Αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, μαζί με τις υπόλοιπες Δυτικές, έχουν γίνει μαλθακές. 



Το ίδιο έχει συμβεί και στις κοινωνίες στις οποίες αυτές έχουν τις ρίζες τους. Όπως είναι εύλογο, η ιδέα ότι ο πλούτος, το υψηλό βιοτικό επίπεδο και η πολυτέλεια μπορεί να οδηγούν έναν λαό στη μαλθακότητα δεν είναι δημοφιλείς στις χώρες αυτές. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που θέλω να διερευνήσω την ιδέα αυτή εδώ λίγο περισσότερο.

Από τον Λυκούργο, τον Σόλωνα, τον Ηράκλειτο και τον Πλάτωνα, πολύ αρχαίοι πολιτικοί, φιλόσοφοι και ιστορικοί πίστευαν ότι η ιστορία είναι κυκλική. Άνοδος και πτώση, άνοδος και πτώση. Επαναλαμβανόμενες πάλι και πάλι. Σοφοί του Μεσαίωνα όπως ο Ονορέ Μπονέ και στον Ισλαμικό κόσμο ο Ίμπν Χαλδούν, συμφωνούσαν. Παρομοίως συμφωνούσαν στον εικοστό αιώνα λόγιοι όπως ο Όσβαλντ Σπέγκλερ και ο Άρνολντ Τόυνμπη. Οι λεπτομέρειες διαφέρουν από τον έναν διανοούμενο στον άλλον. Όμως η ουσία του επιχειρήματος είναι πάντα, λίγο ή πολύ, η ίδια˙ αν υπάρχει ένας «τόπος» (σ.τ.μ.: στα ελληνικά, στο πρωτότυπο), μεταξύ των συγγραφέων, δηλαδή ένα θέμα ή μια αρχετυπική ιστορία που οι άνθρωποι συνεχώς επαναλαμβάνουν προς τους εαυτούς τους, είναι αυτός.

Κατά τον συγκεκριμένο αυτόν «τόπο«, αρχικά ο πόλεμος διεξαγόταν από άνδρες φτωχών νομαδικών κοινωνιών, όπως αυτές στις οποίες όλοι ανήκαμε κάποτε, στο μακρινό παρελθόν. Αρχικά πολεμούσαν διεκδικώντας πράγματα όπως το νερό, εκτάσεις για κυνήγι ή για καλλιέργεια, οικόσιτα ζώα και, ακόμη περισσότερο, γυναίκες. Σε κάποιο στάδιο, μια φυλή, της οποία συχνά ηγείτο ένας ιδιαίτερα ικανός ηγέτης, κατανικούσε όλες τις υπόλοιπες και τις ένωνε σε κάποιου είδους ομοσπονδία ή συνομοσπονδία, όπως έκαναν οι αρχαίοι Ασσύριοι, Βαβυλώνιοι, Πέρσες, Ούννοι, Μαγυάροι και Μογγόλοι.

Στη συνέχεια, οι νικητές στρέφονταν εναντίον των πλουσιότερων, βολεμένων γειτόνων τους. Πολεμούσαν, θριάμβευαν, κατακτούσαν και υπέτασσαν. Έχοντας κάνει τα προηγούμενα, απεκδύονταν τις νομαδικές τους παραδόσεις και υιοθετούσαν μια ζωή στις μεγάλες πόλεις, υπό τη δική τους κυριαρχία. Εκμεταλλευόμενοι την εργασία των άλλων, γίνονταν πλούσιοι και μαλθακοί. Επίσης, ενέδιδαν σε κάθε είδους απόλαυση, επέτρεπαν στους εαυτούς τους να τους εξουσιάζουν γυναίκες, και έβλεπαν μια οξεία πτώση στη γονιμότητα.

Έχοντας εγκαταλείψει τις στρατιωτικές αρετές, σε κάποιο σημείο άρχιζαν να τις περιφρονούν. Πληρώνοντας ξένους για να πολεμούν αντί γι’ αυτούς, κατέληγαν να απολέσουν τα γνωρίσματα που τους είχαν κάνει μεγάλους. Οι απόπειρες να υποκαταστήσουν τη μαχητική ισχύ με την τεχνολογία, όπως έγιναν στην Ρώμη του 4ου μ.Χ. αιώνα και επανειλημμένα στην Κίνα, δεν απέδιδαν. Ούτε και υπήρχε κανένας λόγος να αποδώσουν, δεδομένου ότι οι βάρβαροι μπορούσαν συχνά να καταλαμβάνουν ή να μιμούνται τις τεχνολογίες αυτές και να βρίσκουν εξωμότες για να τις χειρίζονται για λογαριασμό τους. Όπως, παραδείγματος χάριν, έκαναν ο Τζέγκις Χαν και ο Τιμούρ. 
Κάθε αυτοκρατορία, με τη σειρά της, καταλυόταν από τους φτωχότερους αλλά πιο ανδροπρεπείς και επιθετικούς γείτονές της. 
Συχνά, οι υπόδουλοι λαοί, επί καιρόν καταπιεζόμενοι, επαναστατούσαν και συμμαχούσαν με τους εισβολείς. Το τέλος ήταν πάντα το ίδιο: ατιμωτική κατάρρευση.

Ο κύκλος αυτός σχημάτιζε το υλικό από το οποίο κατασκευάζεται η ιστορία. Ο Πολύβιος, αυτός ο νηφάλιος, σαφής ιστορικός της ελληνιστικής περιόδου του 2ου π.Χ. αιώνα, έλεγε ότι στην εποχή του «οι άνδρες είχαν γίνει αλαζόνες, άπληστοι και οκνηροί [και] δεν επιθυμούσαν να παντρεύονται. Και όταν παντρεύονταν, δεν ήθελαν να ανατρέφουν παιδιά παρά μόνον ένα ή δύο το πολύ«. 

Και συνεχίζει: «Όταν ένα κράτος έχει διαφύγει πολλούς σοβαρούς κινδύνους και επιτύχει μια αναμφισβήτητη υπεροχή και κυριαρχία, είναι σαφές ότι, καθώς η ευημερία αυξάνεται, η ζωή γίνεται πιο πολυτελής και οι άντρες πιο απορροφημένοι από τις δημόσιες φιλοδοξίες τους και τα εγχειρήματά τους.«

Ο ιστορικός Λίβιος που έζησε περίπου την εποχή του Χριστού και είδε την ισχύ της αυτοκρατορίας στο απόγειό της, έλεγε ότι η Ρώμη «πάλευε με την ίδια της τη μεγαλοσύνη«. Και ο ποιητής Ιουβενάλιος, έναν αιώνα αργότερα: «υποφέρουμε τώρα από τις συμφορές της μακράς ειρήνης. Η πολυτέλεια, πιο θανάσιμη από οποιονδήποτε εχθρό, μας έχει πιάσει, κι εκδικείται τον κατακτημένο κόσμο«. Προηγουμένως, προσθέτει, η επιτυχία στη ζωή εξαρτιόταν από τη στρατιωτική αριστεία. Τώρα ο δρόμος για την επιτυχία περνούσε από το αιδοίο κάποιας πλούσιας.

Κάποιοι από αυτούς τους διανοητές ή τους ρέκτες πρότειναν, επίσης, λύσεις


Ο Λυκούργος απαγόρευσε στους Σπαρτιάτες του να χρησιμοποιούν χρυσό και άργυρο και τους ανάγκασε να ζουν ζωή τόσο λιτή που έγινε παροιμιώδης. 

Ο Πλάτων ήθελε η φανταστική του Πολιτεία να μην έχει εξωτερικό εμπόριο, όσο αυτό θα ήταν δυνατόν, για να την αποτρέψει από το να γίνει πολυτελής. Είναι ενδιαφέρον ότι και οι δύο αυτοί απελευθέρωναν τις γυναίκες. Ο πρώτος τους έδωσε ελευθερία πολύ μεγαλύτερη από ότι σε οποιαδήποτε άλλη Ελληνική πόλη-κράτος. 

Με αποτέλεσμα, λέει ο Αριστοτέλης, ότι αυτές έγιναν έκφυλες και τελείως άχρηστες. Ο δεύτερος τις απελευθέρωνε από την ανάγκη να φροντίζουν τα παιδιά τους, θέτοντας τις σε ίση μοίρα με τους άνδρες σε οτιδήποτε εκτός από τη φυσική δύναμη.

Ο Ισοκράτης, ο Αθηναίος πολιτικός του 4ου π.Χ. αιώνα, υποστήριζε ότι εάν η Αθήνα επιθυμούσε να αποφύγει τον κύκλο που είχε οδηγήσει στην καταστροφή της πρώτης της αυτοκρατορίας, η αυτοσυγκράτηση και η αγαθοσύνη ήταν τα κατάλληλα εργαλεία. Τρεις αιώνες αργότερα, ο Κικέρων, ο Ρωμαίος ρήτορας και πολιτικός, έλεγε τα ίδια. Ο Πολύβιος από την πλευρά του υποστήριξε ότι η Ρώμη διεξήγαγε πόλεμο εναντίον των Δαλματών το 150 π.Χ. επειδή «δεν επιθυμούσαν με τίποτα να εκθηλυνθούν οι Ιταλοί εξ αιτίας της μακράς ειρήνης… [και] να αναζωογονήσουν το πνεύμα και τον ζήλο των δικών τους στρατευμάτων«.

Το 101 π.Χ. ο Μέτελλος Νουμιδικός, κήνσωρ και ως εκ τούτου υπεύθυνος για τη δημόσια ηθική της Ρώμης, εκφώνησε έναν περίφημο λόγο. Η Δημοκρατία, είπε, είχε έλλειψη στρατιωτών. Αλλά η λύση δεν ήταν να ανοίξει τις λεγεώνες σε άκληρους άνδρες, όπως είχε προτείνει ο Μάριος. Αντ’ αυτού, απαίτησε από τους άνδρες των μεσαίων και ανωτέρων τάξεων να μοιραστούν το βάρος, να παντρεύονται και να κάνουν παιδιά. Ο τίτλος του λόγου; «De ducendis uxoribus» («περί του νυμφεύεσθαι συζύγους«)

Φυσικά, οι επιπτώσεις μαλθακότητας του πλούτου και του πολιτισμού δεν είναι ο μόνος «τόπος» που κυκλοφορεί. Ένας πολύ διαδεδομένος «τόπος» είναι η ιστορία της αβοήθητης νεαρής γυναίκας που την ξυπνά ο πρίγκηπας (Χιονάτη, Ωραία Κοιμωμένη). Ένας άλλος είναι αυτός του ασώτου υιού που, μετά από χρόνια περιπλάνησης, επιστρέφει στον απελπισμένο πατέρα, μητέρα ή ερωμένη (Πέερ Γκυντ, Ρούμπυ Μάρρευ, «Goodbye Jimmy, goodbye»). Ένας ακόμη, αυτός του ευγενούς ηττημένου που, έχοντας πολεμήσει γενναία, πέφτει χωρίς να έχει φταίξει ο ίδιος αλλά διατηρεί την αξιοπρέπειά του μέχρι τέλους (Σπάρτακος, στρατηγός Ρ. Λη, Έρβιν Ρόμμελ). Καταλαβαίνετε την ιδέα.

Ομολογουμένως, όλα αυτά και πολλά ακόμη είναι «τόποι». Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν ανταποκρίνονται στη ζωή. Αντιθέτως: ακριβώς επειδή τόσο συχνά επαληθεύονται είναι που διαμορφώνονται σε «τόπους» και έγιναν τόσο δημοφιλείς όσο έγιναν.

Τροφή για σκέψη, αναμφίβολα.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο ιστολόγιο του συγγραφέα:

http://www.martin-van-creveld.com/?p=589

Μεταφράζεται από "Βελισάριος" και αναδημοσιεύεται εδώ με την ευγενική άδεια του συγγραφέα.

http://dia-kosmos.blogspot.gr/

Comments